словарь английский - греческий

English - ελληνικά

father на греческом языке:

1. πατέρας πατέρας


Ξέρεις πού πήγε ο πατέρας σου;
Ο πατέρας της είναι πολύ ψηλός, ε;

Греческий слово "father«(πατέρας) встречается в наборах:

Μέλη της οικογενειας στα αγγλικά
Άνθρωποι - People