словарь английский - греческий

English - ελληνικά

parrot на греческом языке:

1. παπαγάλος παπαγάλος



Греческий слово "parrot«(παπαγάλος) встречается в наборах:

Κατοικίδια ζώα στα αγγλικά
Πουλιά στα αγγλικά
Ζώα στα αγγλικά