словарь вьетнамский - греческий

Tiếng Việt - ελληνικά

tắm nắng на греческом языке:

1. ηλιοθεραπεία ηλιοθεραπεία



Греческий слово "tắm nắng«(ηλιοθεραπεία) встречается в наборах:

Λεξιλόγιο για την παραλία στα βιετναμέζικα