словарь английский - греческий

English - ελληνικά

warm на греческом языке:

1. ζεστό ζεστό



Греческий слово "warm«(ζεστό) встречается в наборах:

Χαρακτηριστικά - Features

2. ζεστός ζεστός



Греческий слово "warm«(ζεστός) встречается в наборах:

mid term exam
100 Adjectives

3. ζέστη ζέστη


Κάνει ζέστη σήμερα.
Κάνει πολλή ζέστη, θα ανάψω το κλιματιστικό.