словарь английский - греческий

English - ελληνικά

sure на греческом языке:

1. σίγουρος


Δεν είμαι σίγουρος πώς να προσφέρω αυτή τη λέξη.

Греческий слово "sure«(σίγουρος) встречается в наборах:

Κορυφαίες Αγγλικές Λέξεις 101 - 150