словарь английский - греческий

English - ελληνικά

oven на греческом языке:

1. φούρνος φούρνος



Греческий слово "oven«(φούρνος) встречается в наборах:

Οικιακά σκέυη - Kitchen appliances
Οικιακές συσκευές στα αγγλικά
Έπιπλα στα αγγλικά