словарь английский - греческий

English - ελληνικά

mountain на греческом языке:

1. βουνό βουνό



Греческий слово "mountain«(βουνό) встречается в наборах:

Όροι για τη γεωγραφία στα αγγλικά
Βουνά - Mountains
Βουνά - Mountains