словарь английский - греческий

English - ελληνικά

accommodation на греческом языке:

1. κατάλυμα κατάλυμα



Греческий слово "accommodation«(κατάλυμα) встречается в наборах:

Πεζοπορία - Hiking
Πεζοπορία - Hiking
Hiking - Πεζοπορία