словарь вьетнамский - греческий

Tiếng Việt - ελληνικά

thiết bị на греческом языке:

1. συσκευή συσκευή



Греческий слово "thiết bị«(συσκευή) встречается в наборах:

Οι 15 κύριοι όροι για τους υπολογιστές στα βιετναμ...