словарь вьетнамский - греческий

Tiếng Việt - ελληνικά

bàn chải đánh răng на греческом языке:

1. οδοντόβουρτσα οδοντόβουρτσα



Греческий слово "bàn chải đánh răng«(οδοντόβουρτσα) встречается в наборах:

Λεξιλόγιο για το μπάνιο στα βιετναμέζικα