словарь турецкий - греческий

Türkçe - ελληνικά

su ısıtıcısı на греческом языке:

1. βραστήρας βραστήρας



Греческий слово "su ısıtıcısı«(βραστήρας) встречается в наборах:

Μαγειρικά σκεύη στα τουρκικά
Οικιακές συσκευές στα τουρκικά