словарь польский - греческий

język polski - ελληνικά

pralka на греческом языке:

1. το πλυντήριο το πλυντήριο



Греческий слово "pralka«(το πλυντήριο) встречается в наборах:

Οι αυσκευές ατο σπίτι

2. πλυντήριο πλυντήριο



3. το πλυντήριο ρούχων