словарь нидерландский - греческий

Nederlands, Vlaams - ελληνικά

werkgever на греческом языке:

1. εργοδότης εργοδότης



Греческий слово "werkgever«(εργοδότης) встречается в наборах:

Οι 15 κύριες λέξεις επιχειρήσεων στα ολλανδικά