словарь английский - греческий

English - ελληνικά

term на греческом языке:

1. τρίμηνο τρίμηνο



Греческий слово "term«(τρίμηνο) встречается в наборах:

31/10/2016 Book p.9

2. σχολικό τρίμηνο



3. όρος


Αυτός ο όρος είναι ασαφής, δεν μπορώ να το εξηγήσω.

Греческий слово "term«(όρος) встречается в наборах:

Κορυφαίες Αγγλικές Λέξεις 901 - 950

4. περίοδος



5. προϋπόθεση



6. περίοδος χρόνου