словарь английский - греческий

English - ελληνικά

printer на греческом языке:

1. εκτυπωτής εκτυπωτής



Греческий слово "printer«(εκτυπωτής) встречается в наборах:

Εξοπλισμός γραφείου στα αγγλικά
Υλισμικό - Hardware
Έπιπλα στα αγγλικά