словарь английский - греческий

English - ελληνικά

interest на греческом языке:

1. ενδιαφέρον ενδιαφέρον



Греческий слово "interest«(ενδιαφέρον) встречается в наборах:

Κορυφαίες Αγγλικές Λέξεις 801 - 850

2. επιτόκιο επιτόκιο


Το επιτόκιο σε αυτή τη τράπεζα είναι πολύ υψηλό.