словарь английский - греческий

English - ελληνικά

happy на греческом языке:

1. χαρούμενος χαρούμενος



Греческий слово "happy«(χαρούμενος) встречается в наборах:

Χαρακτηριστικά - Features

2. ευτυχισμένος ευτυχισμένος


Είμαι πολύ ευτυχισμένος να σε ξαναδώ.

Греческий слово "happy«(ευτυχισμένος) встречается в наборах:

100 Adjectives