словарь английский - греческий

English - ελληνικά

hammer на греческом языке:

1. σφυρί σφυρί


Δανείστηκα το σφυρί του πατέρα για να χτίσω ένα σκυλόσπιτο.

Греческий слово "hammer«(σφυρί) встречается в наборах:

Εργαλεία εργαστηρίου στα αγγλικά