словарь английский - греческий

English - ελληνικά

form на греческом языке:

1. σχηματίζω σχηματίζω



2. έντυπο έντυπο



Греческий слово "form«(έντυπο) встречается в наборах:

In London At Last 1- 23

3. αίτηση αίτηση



Греческий слово "form«(αίτηση) встречается в наборах:

Κορυφαίες Αγγλικές Λέξεις 701 - 750

4. μορφή μορφή