словарь английский - греческий

English - ελληνικά

dishwasher на греческом языке:

1. πλυντήριο πιάτων πλυντήριο πιάτων



Греческий слово "dishwasher«(πλυντήριο πιάτων) встречается в наборах:

Οικιακές συσκευές στα αγγλικά
Έπιπλα στα αγγλικά