словарь английский - греческий

English - ελληνικά

crime на греческом языке:

1. έγκλημα έγκλημα



Греческий слово "crime«(έγκλημα) встречается в наборах:

Εγκλήματα στα αγγλικά

2. εγκληματικότητα εγκληματικότητα



Греческий слово "crime«(εγκληματικότητα) встречается в наборах:

Notes 07/12/2018 (a)