словарь английский - греческий

English - ελληνικά

before на греческом языке:

1. πριν πριν


Αλήθεια; Το είχα κλειδώσει πριν βγω έξω.
Φτάσανε εκεί πριν την αυγή.

Греческий слово "before«(πριν) встречается в наборах:

Κορυφαίες Αγγλικές Λέξεις 151 - 200
Χρόνος - Time