словарь английский - греческий

English - ελληνικά

after на греческом языке:

1. μετά


Παρόλο που εσύ είσαι εντάξει μ'αυτό, κανείς άλλος δεν θα το δεχτεί. Θα με μαλώσουν μετά άρα...

Греческий слово "after«(μετά) встречается в наборах:

Κορυφαίες Αγγλικές Λέξεις 151 - 200
Χρόνος - Time