словарь вьетнамский - греческий

Tiếng Việt - ελληνικά

tủ quần áo на греческом языке:

1. ντουλάπα ντουλάπα



Греческий слово "tủ quần áo«(ντουλάπα) встречается в наборах:

Λεξιλόγιο για το υπνοδωμάτιο στα βιετναμέζικα
Έπιπλα στα βιετναμέζικα