словарь вьетнамский - греческий

Tiếng Việt - ελληνικά

máy in на греческом языке:

1. εκτυπωτής εκτυπωτής



Греческий слово "máy in«(εκτυπωτής) встречается в наборах:

Εξοπλισμός γραφείου στα βιετναμέζικα
Έπιπλα στα βιετναμέζικα