словарь турецкий - греческий

Türkçe - ελληνικά

diş fırçası на греческом языке:

1. οδοντόβουρτσα οδοντόβουρτσα



Греческий слово "diş fırçası«(οδοντόβουρτσα) встречается в наборах:

Λεξιλόγιο για το μπάνιο στα τουρκικά