словарь турецкий - греческий

Türkçe - ελληνικά

cankurtaran на греческом языке:

1. ναυαγοσώστης ναυαγοσώστης



Греческий слово "cankurtaran«(ναυαγοσώστης) встречается в наборах:

Λεξιλόγιο για την παραλία στα τουρκικά