словарь турецкий - греческий

Türkçe - ελληνικά

öğretmen на греческом языке:

1. δάσκαλος δάσκαλος


Ο δάσκαλος έγραψε το όνομά του στον πίνακα.

Греческий слово "öğretmen«(δάσκαλος) встречается в наборах:

Επαγγέλματα στα τουρκικά