словарь русский - греческий

русский язык - ελληνικά

книжный шкаф на греческом языке:

1. βιβλιοθήκη βιβλιοθήκη


Μπορείς να δανειστέις ένα αντίγραφο από οποιαδήποτε δημόσια βιβλιοθήκη.