словарь польский - греческий

język polski - ελληνικά

czerwony на греческом языке:

1. κόκκινο κόκκινο


Ποιό φρούτο είναι κόκκινο;
Eνα κόκκινο κρασί, παρακαλώ

2. κόκκινος κόκκινος