словарь нидерландский - греческий

Nederlands, Vlaams - ελληνικά

waterval на греческом языке:

1. καταρράκτης καταρράκτης


Ο καταρράκτης είναι κοντά στη κατασκήνωση.

Греческий слово "waterval«(καταρράκτης) встречается в наборах:

Όροι για τη γεωγραφία στα ολλανδικά