словарь английский - греческий

English - ελληνικά

yellow на греческом языке:

1. κίτρινη κίτρινη


Η άμμος είναι κίτρινη.

Греческий слово "yellow«(κίτρινη) встречается в наборах:

Χαρακτηριστικά - Features

2. κίτρινος κίτρινος



Греческий слово "yellow«(κίτρινος) встречается в наборах:

Χρώματα στα αγγλικά