словарь английский - греческий

English - ελληνικά

without на греческом языке:

1. χωρίς χωρίς


Μπορώ να διαβάσω χωρίς γυαλιά.

Греческий слово "without«(χωρίς) встречается в наборах:

Κορυφαίες Αγγλικές Λέξεις 201 - 250

2. σκέτος