словарь английский - греческий

English - ελληνικά

turtle на греческом языке:

1. χελώνα χελώνα



Греческий слово "turtle«(χελώνα) встречается в наборах:

Κατοικίδια ζώα στα αγγλικά
Ερπετά στα αγγλικά