словарь английский - греческий

English - ελληνικά

throughout на греческом языке:

1. σε όλη σε όλη


Μία άγνωστη ασθένεια εξαπλώθηκε σε όλη τη χώρα.

Греческий слово "throughout«(σε όλη) встречается в наборах:

Κορυφαίες Αγγλικές Λέξεις 851 - 900