словарь английский - греческий

English - ελληνικά

possible на греческом языке:

1. πιθανό πιθανό


Είναι πιθανό η ποδοσφαιρική συνάντηση να αναβληθεί εξαιτίας της βροχής.

Греческий слово "possible«(πιθανό) встречается в наборах:

Κορυφαίες Αγγλικές Λέξεις 450 - 500
Notes 19/01/2018 (2)

2. δυνατό δυνατό