словарь английский - греческий

English - ελληνικά

pepper на греческом языке:

1. πιπέρι πιπέρι



Греческий слово "pepper«(πιπέρι) встречается в наборах:

Μπαχαρικά - Spices
Μπαχαρικά στα αγγλικά
Λαχανικά στα αγγλικά