словарь английский - греческий

English - ελληνικά

first на греческом языке:

1. πρώτη πρώτη


Είναι η πρώτη μου ημέρα στη δουλειά οπότε είμαι λίγο αγχωμένος.

Греческий слово "first«(πρώτη) встречается в наборах:

Κορυφαίες Αγγλικές Λέξεις 101 - 150

2. Πρώτος