словарь английский - греческий

English - ελληνικά

entire на греческом языке:

1. ολόκληρος



Греческий слово "entire«(ολόκληρος) встречается в наборах:

Notes 20/02/2018 (1)

2. ολόκληρη


Έχεις φάει ολόκληρη την τούρτα μόνος σου;
Έφαγες ολόκληρη την πίτσα;Πως μπόρεσες!

Греческий слово "entire«(ολόκληρη) встречается в наборах:

Κορυφαίες Αγγλικές Λέξεις 601 - 650