словарь английский - греческий

English - ελληνικά

department на греческом языке:

1. τμήματα τμήματα


Δουλεύουμε για την ίδια εταιρεία, αλλά σε διαφορετικά τμήματα.

Греческий слово "department«(τμήματα) встречается в наборах:

Κορυφαίες Αγγλικές Λέξεις 701 - 750