словарь английский - греческий

English - ελληνικά

brake на греческом языке:

1. φρένο φρένο



Греческий слово "brake«(φρένο) встречается в наборах:

Τα μέρη του αυτοκινήτου στα αγγλικά
Τα μέρη του ποδηλάτου στα αγγλικά