словарь немецкий - греческий

Deutsch - ελληνικά

einkaufen на греческом языке:

1. ψώνια ψώνια



Греческий слово "einkaufen«(ψώνια) встречается в наборах:

Δραστηριότητες για τον ελεύθερο χρόνο στα γερμανικά

2. ψωνίζω ψωνίζω



Греческий слово "einkaufen«(ψωνίζω) встречается в наборах:

Lektion 8 Kb. S. 108,109