словарь арабский - греческий

العربية - ελληνικά

منديل на греческом языке:

1. χαρτοπετσέτα χαρτοπετσέτα



Греческий слово "منديل«(χαρτοπετσέτα) встречается в наборах:

Λεξιλόγιο για την τραπεζαρία στα αραβικά