словарь английский - греческий

English - ελληνικά

building на греческом языке:

1. κτίριο κτίριο


Κοίτα εκείνο το ψηλό κτίριο.

Греческий слово "building«(κτίριο) встречается в наборах:

Κορυφαίες Αγγλικές Λέξεις 551 - 600
Χρήσιμα Ουσιαστικά - Useful nouns
Χώρος - Space